ΤΟ ΣΥΓΚΙΝΗΣΙΑΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤΟ ΡΙΖΙΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

του Dr Θεοχάρη Μιχ.Προβατάκη
Διευθυντού Υπουργείου Πολιτισμού
Προέδρου Ομοσπονδίας Λογοτεχνών Ελλάδος

Το Ριζίτικο τραγούδι είναι ένα ανεξάντλητο κρητικό λα'ι'κό ποιτικό είδος.Και δεν υπάρχει Κρητικός που να μην έχει τραγουδήσει σε ώρες χαράς σε ώρες γάμων και βαπτίσεων,σε ώρες ευθυμίας,όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση,μόνος του ή μαζί με άλλους Ριζίτικο Τραγούδι.Με τον τρόπο αυτό ο Κρητικός φιλοσοφεί τη ζωή,καθρεπτίζει πιστά και τέλεια τα ήθη και τα έθιμά του και αποκαλύπτει τον εξαιρετικό ψυχικό του κόσμο.
Έναν κόσμο αληθινά υπέροχο,που στο σύνολό του αποτελεί ανθοδέσμη αρετών και ψυχικών χαρισμάτων,έτοιμο ψυχικά να τρέξει σε κάθε δύσκολη εθνική στιγμή.
Τα ριζίτικα: τραγούδια,που χωρίζονται σε τραγούδια της τάβλας και τραγούδια της στράτας,τραγουδιούνται απαραίτητα στο τραπέζι τα πρώτα και στη στράτα σε πορείες τα δεύτερα.Και είναι εκείνα που δημιουργήθηκαν διαχρονικά από τον ανώνυμο Κρητικό λαό,που μπόρεσε με ευχέρεια και καταπληκτική ικανότητα μέσα από αυτά να εκφράσει τον πλούσιο εσωτερικό του κόσμο και να εικονίσει εγκυρότερα την ψυχοσύνθεση και την πνευματική του κατάσταση.Πρόκειται δηλ. για ποιητικές δημιουργίες διαφόρων εποχών και καταστάσεων κάθε μορφής και περιεχομένου απο τετράστιχα,μέχρι την επική και δραματική ακόμη ποίηση,γεγονός που βεβαιώνει τη σταθερότητα του Κρητικού Πνεύματος,τη συνεχή ενότητα της Κρητικής Σκέψης και ότι αυτή είναι αναλλοίωτη,αδιάφθορη και ζωντανή.
Αυτά λοιπόν τα ριζίτικα τραδούδια,που είναι αποτέλεσμα της φυσικής ποιητικής ιδιοσυγκρασίας του μαρτυρικού Κρητικού λαού,της πλούσιας παράδοσής του και της άπλετης ομορφιάς του τόπου του,που τόσο απλόχερα χάρισε ο Δημιουργός,
δημιουργήθηκαν και πρωτοτραγουδήθηκαν,όπως ισχυρίζονται οι ειδικοί,στα χαριτωμένα και όμορφα χωριά που βρίσκονται στους πρόποδες,στα ριζά δηλ.,των Λευκών Ορέων,όπου οφείλεται και το ονομά τους "ριζίτικα",όπως και στα ορεινά χωριά του ιστορικού και ανεπανάληπτου Αποκόρωνα και από εκεί μεταδόθηκαν και στην υπόλοιπη Κρήτη,αν και τα ριζίτικα των ανατολικών επαρχιών της δεν υστερούν καθόλου στη δομή,στην πλοκή,στη μεγαλοπρέπεια,στο περιεχόμενο και στα βαθυστόχαστα νοήματα εκείνων των δυτικών επαρχιών της ελληνικής μεγαλονήσου.
Όλα τους πάντως περιέχουν λεβεντιά και αξιοπρέπεια που δύσκολα εντοπίζεται σε παρόμοιες πνευματικές δημιουργίες άλλων τόπων εκτός Κρήτης,αφού εκφράζουν με εκπληκτική περιεκτικότητα στοχασμούς και σκέψεις,προβληματισμούς και δόγματα με τέτοια χάρη και με τέτοια πληρότητα,που είναι ν'απορεί κάθε μελετητής,αφού μεταξύ άλλων χαρακτηρίζονται για την αυτοτέλειά τους,τη συνοχή,τον ειρμό και τη συμμετρία τους.Μοναδικά σε επιγραμματικότητα,έμπνευσηφαντασία και έκφραση,αποτελούν σπάνια πετράδια της λα'ι'κής κρητικής ποίησης,εκφράζοντας αισθήματα,οραματισμούς,επιδιώξεις,νοήματα επιθυμίες,ισχυρούς πόθους και ανθρώπινες λαχτάρες.Και τα ριζίτικα τραγούδια είναι μια εσωτερική ανάγκη κάθε Κρητικού,όπου ενσαρκώνονται τα χαρακτηριστικά του πολιτισμού του και αποτελούν αναμφισβήτητα ένα μέσο έκφρασης.Και το μέσο έγινε σκοπός.Με τα τραγούδια του αυτά ο Κρητικός εκφράζει το άγχος και τη χαρά των σκέψεών του,τη δύναμη των ακατανόητων και ανεξέλεγκτων δυνάμεων που έχει,την πίστη του και την ελπίδα του στον Θεό,την αγάπη του στη φύση και το περιβάλλον,όπως και κάθε του άλλη σκέψη,σύλληψη ή ιδέα,θέλοντας έτσι να παρουσιάσει κάτι από την άβυσσο και την πάλη του εσωτερικού του κόσμου και την επικράτηση του πνευματικού στοιχείου επάνω σε υλικά γεγονότα.
Τα περισσότερα από τα ριζίτικα τραγούδια είναι εύκολα και χαριστωμένα,γι αυτό και αποστηθίζονται χωρίς δυσκολία και μεταδίδονται με γρήγορους ρυθμούς από τόπο σε τόπο και από χωριό σε χωριό με μικρές μόνο παραλλαγές.Προυπόθεση για να ακουστούν τα ριζίτικα σε αρραβώνες,σε γάμους,σε βαπτίσεις,σε γιορτές,σε πανηγύρια,σε απόκριες,όπως και σε κάθε άλλη οικογενειακή ή φιλική συγκέντρωση είναι το κέφι και η διασκέδαση.Και το γλέντι αρχίζει παινεύοντας με το ριζίτικο τραγούδι αρχικά εκείνους που έστρωσαν και στόλισαν την τάβλα,δηλ.το τραπέζι γύρω από το οποίο κα΄θονται οι συνδαιτυμόνες.Έτσι αρχίζοντας το τραγούδι ένας με υψωμένη φωνή λέει:

Ε, μα γω θωρώ την τάβλα μας κι είναι καλοστρωμένη
με γεια του που την ήστρωσε και τσ' ήβαλε μαντήλι
γύρω τριγύρω κάθονται οι συγγενείς και φίλοι.

Και η απάντηση έρχεται αυθόρμητα χαρούμενα και μελωδικά:

Ποιός είναι που τραγούδησε στο κούτελο τση τάβλας
κι ούλα τα δένδρα εμάρανε,μηλιές και κυπαρίσσια
και μάρανε και μια ξανθή,μιας χήρας θυγατέρα,
μιας χήρας γα'ι'τανόφρυδης αλυσιδοπλεγμένης,
που ήτανε δεκαοχτώ χρονών.

Και είναι πολλές δεκάδες αν όχι εκατοντάδες εκείνα που τραγουδιούνται που δεν ανήκουν μόνο σε μια κατηγορία Όχι.