7. Ἡ μεταπτωτική λειτουργία τῶν συναισθημάτων τοῦ ἀνθρώπου.

Κατά τήν λεπτομερῆ καί ἐνδιαφέρουσα καί ἐμπεριστατωμένη ἑρμηνευτική ἐπεξεργασία καί ἀποτύπωση πού κάνει ὀ ἐπίσκοπος Νύσσης γιά τά ἀφορῶντα στήν μεταπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἐξετάζεται καί διερευνᾶται ἀπό τόν ἱερό πατέρα ἡ μετά τήν πτώση ἐκδήλωση καί λειτουργία τῶν κατεχομένων ἀπό τόν ἄνθρωπο συναισθημάτων, πού συνιστοῦν ψυχικές διαθέσεις του καί ἀκολουθοῦν αὐτόν κατά τήν μετά τήν πτώση πορεία του. Ἡ ἐκδήλωση τῆς συναισθηματικῆς διαθέσεως τοῦ ἀνθρώπου συνιστᾶ κατά τήν διδασκαλία τοῦ Γρηγορίου προϋπόθεση κατανοήσεως καί ἀποτιμήσεως ἀφ’ ἑνός μέν τῆς ἐντυπώσεως πού δημιουργεῖ στόν ἄνθρωπο ἡ ἐπαφή του μέ τόν Τριαδικό Θεό, ἀφ’ ἑτέρου δέ τοῦ τρόπου μέ τόν ὁποῖο ἡ ἀνθρώπινη φύση ἀνταποκρίνεται στήν κλήση πού δέχεται ἀπό αὐτόν.
Κατά τήν περιγραφή ἀπό τόν Γρηγόριο τῆς ἐμπειρίας πού ἀποκομίζει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν μέσῳ τῶν θείων ἐνεργειῶν του κατανοούμενη παρουσία καί ἀπό τήν βιούμενη κατά τήν χάριν μέθεξη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία συνεχῶς ἀνανεώνεται ἀποκαλύπτουσα κάθε φορά ἐκ νέου ἕνα μέρος τοῦ ἄπειρου πλούτου τοῦ μεγαλείου του29, παρουσιάζεται ὁ ἄνθρωπος νά καταλαμβάνεται ἀπό ἀπεριόριστο θαυμασμό καί κατάπληξη καί εὐφροσύνη30 γιά τό ἀκατάληπτο καί συγχρόνως ἐκτός δυνατότητας περιγραφῆς εὑρισκόμενο γεγονός τῆς διαδοχικῆς κατά τήν ἐνέργεια ἐπαφῆς καί συνάφειας μέ τήν θεότητα, πού τό ἀνθρώπινο γένος βιώνει στά ἐνδότερα τῆς ὑπάρξεώς του31. Τονίζεται, ὡσαύτως, ἀπό τόν ἱερό πατέρα ὅτι ἡ συνειδητοποίηση ἀπό τόν ἄνθρωπο τοῦ γεγονότος ὅτι ὁ Τριαδικός Θεός, ὁ ὁποῖος τυγχάνει κατά τήν ἄκτιστη φύση του ἀκατάληπτος καί ἄπειρος καί ἀπερίγραπτος, ὑπέρκειται ὀντολογικῶς κάθε εἴδους νοητικῆς συλλήψεως ἐκ μέρους τοῦ κοινωνοῦντος μέ αὐτόν ἀνθρώπου καί παραμένει ἀκατάληπτος καί ἀπερινόητος κατά τήν οὐσία του32, ἐπιφέρει στόν ἄνθρωπο «ἴλιγγον» καί «ἀμηχανίαν» καί ἀπορία33, καί ἐπιτείνει σέ αὐτόν τήν συναίσθηση τῆς πενίας τῆς φύσεώς του, ἡ ὁποία ἐμβάλλει στήν ψυχή τήν κατάσταση τοῦ «πένθους»34.
Ἀναφερόμενος ὁ ἐπίσκοπος Νύσσης στό δημιουργούμενο αὐτό συναίσθημα τῆς «ἀθυμίας»35 διαχωρίζει σαφῶς τό αἴσθημα τῆς δυσαρέσκειας, τό ὁποῖο προκαλεῖται ἀπό τήν ἀποστέρηση τῶν εὐφραινόντων τίς σωματικές αἰσθήσεις ὑλικῶν καί πρόσκαιρων πραγμάτων καί καταστάσεων36, ἀπό τήν ἐπίπονη ἀλλά μακάρια αἴσθηση τῆς θλίψεως πού προέρχεται ἀπό τήν συναίσθηση τῆς πενίας, στήν ὁποία περιέρχεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν στέρηση τῆς μεθέξεως καί ἀπολαύσεως τῆς «ὄντως καὶ ἀληθῶς ἀγαθῆς» τρισυπόστατης θεότητας37.
Παραλλήλως μέ τήν παρουσίαση τῶν ὡς ἄνω ἐκτεθεισῶν ψυχικῶν διαθέσεων προβαίνει ὁ Γρηγόριος σέ περιγραφή τοῦ ἐντυπούμενου στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου συναισθήματος τῆς ἀπογνώσεως38, τό ὁποῖο κυριεύει τόν ἄνθρωπο μετά τήν ἐπίγνωση ὅτι ἡ βούλησή του γιά τήν πραγματοποίηση τῆς ἔντονης ἐπιθυμίας του πρός «θεωρίαν τοῦ ὄντως ἀγαθοῦ» καί ἀπόλαυση τοῦ «ἀφράστου κάλλους» τοῦ Θεοῦ παραμένει πάντοτε μεγαλύτερη ἀπό τίς περιορισμένες δυνατότητές του πρός ἐπίτευξη αὐτῶν39. Ἡ πλήρης συνείδηση, ἐξ ἄλλου, ὅτι τό ἐπιφέρον τήν ἔκπτωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν παραδείσια μακαριότητα γεγονός τῆς παρακοῆς ἐπέτεινε τήν διαφορά μεταξύ τῆς ὑλόφρονος ἀνθρώπινης φύσεως καί τοῦ ὄντως ὑπάρχοντος καί ὑπερκείμενου κάθε γνωστικῆς καί ἀντιληπτικῆς ἱκανότητας Θεοῦ40, προκαλεῖ στόν ἄνθρωπο συναισθήματα ὀχληρῆς καταισχύνης41 καί βαθύτατης θλίψεως42. Στήν ἔντονη, ὅμως, αὐτή ψυχική διάθεση τοῦ ἀνθρώπου ἀποδίδει ὁ Γρηγόριος τήν ἰδιότητα τῆς μακαριότητας, ὑπό τήν προϋπόθεση βεβαίως νά ἀποτελεῖ αὐτή τήν ἀφορμή γιά τήν πραγμάτωση τῆς διαβιώσεώς του κατ’ ἐνάρετον τρόπο43.
Πρέπει, βεβαίως, νά σημειωθεῖ ὅτι ἡ ἐγχάραξη καί ἐκδήλωση στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου τῶν ὡς ἄνω ἐκτεθεισῶν ἔντονων συναισθηματικῶν διαθέσεων ἀφ’ ἑνός μέν τυγχάνει γιά τόν ἐπίσκοπο Νύσσης πηγή ἀγαλλιάσεως44, γεγονός τό ὁποῖο καθιστᾶ ἐμφανῆ τήν κατ' ἀντιθετικό σχῆμα λειτουργία αὐτῶν στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου45, ἀφ’ ἑτέρου δέ συνιστᾶ μία ἰσχυρή παρότρυνση γιά νά στραφεῖ ὁ ἄνθρωπος ἐκ νέου στήν ἀναζήτηση τοῦ ὑπ' αὐτοῦ ποθούμενου καί ὑπερκείμενου τῆς κτιστῆς φύσεως ἀίδιου καί ἄκτιστου Τριαδικοῦ Θεοῦ46. Ἡ συνεχής αὐτή ἀναζήτηση ἀπό τόν ἄνθρωπο τοῦ «οὐχ εὑρισκομένου» μέσῳ τῆς διανοητικῆς δυνάμεως καί ἀντιληπτικῆς ἱκανότητάς του Θεοῦ, καί ἡ συναφής προσπάθειά του νά προκόπτει πάντοτε «ἐν τῷ ζητεῖν» τόν Θεό καί νά πραγματοποιεῖ διαρκῆ ἀνοδική πορεία πρός τό ἐπιζητούμενο θεῖο ἀγαθό47, δέν μένει κατά τόν Γρηγόριο χωρίς ἀνταπόκριση ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ. Ἀνταποκρινόμενος, ἔτσι, ὁ Τριαδικός Θεός στήν ἐπιδίωξη τοῦ ἀνθρώπου νά τόν γνωρίσει καί νά ἑνωθεῖ μέ αὐτόν ἀποκαλύπτεται συνεχῶς σέ αὐτόν ὡς ἀνεξάντλητη πηγή, ἀπό τήν ὁποία ἀναβλύζει καί ρέει τό «ἄπειρον ὕδωρ»48.
Στήν διατυπούμενη διδασκαλία τοῦ Γρηγορίου Νύσσης περί τῶν λειτουργούντων στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου συναισθημάτων, τά ὁποῖα πηγάζουν ἀπό τήν συνεχῶς ἀνανεούμενη ἐμπειρία τῆς ἑνώσεως τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Τριαδικό Θεό, ἐξέχουσα θέση κατέχει ἡ ἀγαπητική διάθεση49. Μέ αὐτή ὁ ἄνθρωπος – τονίζει ὁ ἱερός πατήρ – ἀφ’ ἑνός μέν ἀνταποκρίνεται στήν δύναμη τῆς ἕλξεως πού ἀσκεῖ σέ αὐτόν ὁ Θεός, ἀφ’ ἑτέρου δέ ὁδηγεῖται ἐκτός τῶν ὁρίων τῆς φύσεώς του, προκειμένου νά συναφθεῖ μέ τόν Θεό50. καί τοῦτο, διότι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τήν πηγή τῆς ἐκδηλούμενης ἀπό τόν ἄνθρωπο ἀγάπης πρός τόν Θεό καί ἡ ὁποία θεωρεῖται ὡς «ἡ ζωὴ τῆς ἄνω φύσεως», συνιστᾶ κατά τόν Γρηγόριο φυσικό καί οὐσιῶδες ἰδίωμα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, πού ἀνήκει κατά κοινόν τρόπο καί ἀιδίως καί στίς τρεῖς θεαρχικές ὑποστάσεις51. Προσδιορίζεται, ἐπίσης, ἡ ἀγάπη αὐτή ἀπό τόν ἐπίσκοπο Νύσσης ὡς ἡ αἰτία τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ νά δημιουργήσει τόν ἄνθρωπο52, καθώς καί ὡς τό στοιχεῖο ἐκεῖνο διά τοῦ ὁποίου πιστοποιεῖται ἡ κατά χάριν συγγένεια τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν πλάσαντα αὐτόν τρισυπόστατο Θεό53.
Ἀναφερόμενος ὁ Γρηγόριος στήν ἐκδηλούμενη αὐτή ἀγαπητική διάθεση τοῦ ἀνθρώπου, ἐπισημαίνει ὅτι πρόκειται περί μιᾶς ψυχικῆς λειτουργίας, ἡ δυναμική τῆς ὁποίας ἀναπτύσσεται ἀναλόγως μέ τήν ἀξιοποίησή της καί διαχείρισή της ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου54 καί ἐπιφέρει τήν ἀπομάκρυνσή του εἴτε ἀπό τόν Τριαδικό Θεό εἴτε ἀπό τόν ἀντιτιθέμενο καί ἀντιστρατευόμενο αὐτόν διάβολο55. Ἡ ἐσφαλμένη ἐπιλογή τῆς προσηλώσεως τῆς ἀγαπητικῆς διαθέσεως καί ἐπιθυμίας στό κακό ἐκλαμβάνεται ἀπό τόν Γρηγόριο ὡς ἀπαρχή τῆς ἁμαρτίας καί συνεπῶς ὡς ἐμπειρία πού ἐπιφέρει στόν ἄνθρωπο τά πάθη καί τόν ὄλεθρο56. Ἀντιθέτως, μέ τόν ἐνδεικνυόμενο προσανατολισμό πρός τόν τρισυπόστατο Θεό τῆς ἐφέσεως τοῦ ἀνθρώπου57 πού ἐμφορεῖται ἀπό τήν ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης, τῆς ὁποίας ἡ ἐπιτεταμένη μορφή συνιστᾶ «ἔλεος», ὁδηγεῖται ἡ ἀνθρώπινη φύση σέ ἄμεση ἐπαφή καί συνάφεια μέ τό ἀκρότατο καί ὕψιστο σημεῖο τῆς ἀρετῆς58. Ἡ ἐκδήλωση αὐτῆς τῆς ἀγαπητικῆς διαθέσεως τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ ἐλέους αὐτοῦ, διά τῶν ὁποίων ἀσκεῖται καί πραγματώνεται ἡ ἀρετή, ἐπιφέρει κατά τόν ἱερό πατέρα τήν ἐκδήλωση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ59.
Γίνεται κατ' αὐτόν τόν τρόπο σαφές γιά τόν Γρηγόριο ὅτι ὁ ὀρθός χειρισμός καί ἡ ἀξιοποίηση τῆς συναισθηματικῆς αὐτῆς διαθέσεως τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀγαπητικῆς σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου60 στήν ὁλοκληρωτική της μορφή61, ἡ ὁποία σύμφωνα μέ αὐτόν τυγχάνει κατ’ ἀποκλειστικόν τρόπο ὁ ἁρμόζων καί ἐνδεικνυόμενος στόν ἄνθρωπο τρόπος ἀποδόσεως τιμῆς στόν Θεό62 ἀλλά καί ἡ προσήκουσα συναισθηματική κατάσταση, στήν ἐξουσία τῆς ὁποίας ὀφείλει νά τεθεῖ63, ἐκλαμβάνεται ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἔμφυτης ἰδιότητας τῆς ψυχῆς νά «ἐπεκτείνεται» διηνεκῶς πρός τόν Θεό, προκειμένου νά ἑνωθεῖ μέ αὐτόν64. Ἐπιφέρει, ἐξ ἄλλου, σέ αὐτήν τό διακριτικό στίγμα τῆς κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό65, πού προέρχεται ἀπό τό πλῆγμα τῆς αἰχμηρῆς ἀκίδας τοῦ βέλους τοῦ συναισθήματος τῆς ἀγαπητικῆς διαθέσεως66. Τό αἰχμηρό, βεβαίως, αὐτό βέλος, τό ἐκτοξευόμενο στόν ἄνθρωπο, πού διά τοῦ «πνευματικοῦ γάμου» του μέ τόν Τριαδικό Θεό προσκολλᾶται ὁλοκληρωτικῶς στό θεῖο κάλλος καί ὡς ἐκ τούτου ἐπαναποκτᾶ τήν θεοειδῆ μορφή του67, ἐμφαίνει κατά τόν Γρηγόριο τόν Μονογενῆ Υἱό καί συνιστᾶ ὡς ἐκ τούτου τό ἐκλεκτό βέλος τοῦ Πατρός, τό ὁποῖο δέχεται μέσα της ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου κατά τόν ἐκδηλούμενο πόθο της γιά τήν κατά χάριν ἕνωσή της μέ τόν Θεό68.
Ἄς σημειωθεῖ ὅτι ὁ ἐπίσκοπος Νύσσης δέν ἀρκεῖται στήν προβολή καί παρουσίαση τῆς ἀγαπητικῆς διαθέσεως τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, προκειμένου νά ἀποτυπώσει τήν ἐμπειρία τήν ὁποία βιώνει ὁ ἄνθρωπος κατά τήν ὑπ' αὐτοῦ μετοχή τῶν ἀγαθῶν καί τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ69. Προχωρεῖ ἀκόμη περισσότερο καί, διά τῆς χρήσεως τῆς ἐρωτικῆς ὁρολογίας, ἀποτυπώνει ἐκφραστικῶς τήν εἰκόνα καί τόν χαρακτήρα τῶν ὑψηλότερων σταδίων τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς πορείας του πρός ἕνωση μέ τόν Θεό, κατά τά ὁποῖα ἡ μετ’ ἐπιτάσεως βίωση τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό ἀποδίδεται καί ἀποτυπώνεται κατά τόν πλέον παραστατικό τρόπο διά τῆς χρήσεως τοῦ ὅρου «ἔρως»70. Πρόκειται, βεβαίως, ὅπως τονίζει χαρακτηριστικῶς ὁ Γρηγόριος, περί τοῦ «ἔρωτος» ὡς περί ἑνός «ἀνεγκλήτου πάθους», τό ὁποῖο, ἐπειδή τό εὐφρόσυνο αἴσθημα τῆς ἀπολαύσεως πού διεγείρει στόν ἄνθρωπο εἶναι μέν ἀπαλλαγμένο ἀπό τήν ἱκανοποίηση τῶν αἰσθήσεων καί τῆς σαρκός71, ἀποδίδει δέ λεκτικῶς τήν ὑπερβαίνουσα κάθε δυνατότητα περιγραφῆς ἐμπειρία τῆς ἀπολαύσεως τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ72, χαρακτηρίζεται ἀπό τόν ἱερό πατέρα ὡς «ἀπαθὲς»73.
Τό ἀναφερθέν ζεῦγος τῶν ὅρων «πάθος» καί «ἀπάθεια», οἱ ὁποῖοι κατά τήν ἐννοιολογική ἀπόδοσή τους ἀναδεικνύουν μία ἀντίθεση, ἐντάσσεται σέ ἕνα εὐρύτερο σύνολο ἀπό μέρη τοῦ λόγου, τό ὁποῖο χρησιμοποιεῖ ὁ Γρηγόριος, καί χαρακτηρίζεται ἀπό τήν γλωσσική ἰδιομορφία τοῦ συνδυασμοῦ φράσεων καί ὀνομάτων πού ἀναφέρεται στήν ἐπιδιωκόμενη κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό καί ἐκφέρεται κατ' ἀντιθετικό σχῆμα, μέ τό ὁποῖο ἀποδίδονται ἀνομοιογενεῖς καί ἀσύμβατες ἔννοιες πρός παράσταση μιᾶς καταστάσεως ὑπερβαίνουσας τήν κτιστή ἀνθρώπινη νόηση καί ἐκφραστικότητα, χωρίς ὅμως νά ἀναδεικνύεται ἀλληλοεναντίωση ἤ ἀλληλοαναίρεση τῶν χρησιμοποιουμένων ὀνομάτων ἤ φράσεων74. Πρόκειται περί ἑνός ἐκφραστικοῦ εἴδους, ἡ χρήση τοῦ ὁποίου παρατηρεῖται κατά τόν Γρηγόριο ἐκτός τῶν ἄλλων, καί ἐνδεικτικῶς, στήν ἑρμηνευτική παράσταση τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου75, κατά τό ὁποῖο ὁ ἄκτιστος Θεός Λόγος προσέλαβε κατά τήν ἐνανθρώπησή του σάρκα, καί στήν θεώρηση καί στόν χαρακτηρισμό τοῦ δημιουργηθέντος ὑπό τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπου ὡς «μεθορίου» τῆς νοητῆς καί ἀσωμάτου καί τῆς ὑλικῆς καί αἰσθητῆς φύσεως76.
Ἡ χρησιμοποιούμενη «ἐρωτικὴ» αὐτή ὁρολογία ἀπό τόν ἐπίσκοπο Νύσσης περιέχει ὅρους, οἱ ὁποῖοι ἐκφράζουν τήν διεγείρουσα τήν πλέον ἔντονη ἀπό τίς πνευματικές ἡδονές ψυχική ἐμπειρία τοῦ πρός τόν Θεόν ἔρωτα καί ἀναδεικνύουν τήν ἔντονη ἐπιθυμία καί ἀνυπομονησία τοῦ ἀνθρώπου νά ἑνωθεῖ μέ τόν Τριαδικό Θεό77. Εἶναι ἐνδεικτικό ἀλλά καί χαρακτηριστικό ὅτι διάφοροι προσδιορισμοί, ὅπως «ἐκκαίουσα» καί «ἄληκτος», πού χαρακτηρίζουν τήν ἐπιθυμία, καθώς καί «σφοδρὸς ἐραστὴς τοῦ κάλλους»78, ὀνόματα, ὅπως «ἔρως», «ἀπόλαυσις», «πόθος», «πλησμονὴ», «ὄρεξις»79, ἀλλά καί ρηματικοί τύποι, ὅπως «ἐξάλλεται», «ἐπορέγεται» καί «συνεκκαίεται»80, οἱ ὁποῖοι ἀπαντοῦν στήν διδασκαλία τοῦ Γρηγορίου, ἀποδίδουν κατά τρόπον παραστατικό τήν ἔνταση τῆς ἐπιθυμίας τοῦ ἀνθρώπου γιά μετοχή τῶν θείων ἀγαθῶν καί δωρεῶν καί γιά ἕνωση μέ τόν Θεό.
Σέ συνάφεια μέ τίς παρουσιαζόμενες ἀπόψεις περί τῆς μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου λειτουργίας τῶν συναισθημάτων του, μέ τά ὁποῖα ἐκφράζεται ὁ διακαής πόθος τοῦ ἀνθρώπου γιά ἕνωσή του μέ τόν Θεό, ὁ ὁποῖος παραμένει πάντοτε ἀνεκπλήρωτος καί προτρέπει τόν ἄνθρωπο σέ διαρκῆ ἀναζήτηση καί ἐξεύρεση καί μετοχή τοῦ «πλείονος»81, προβάλλεται ἀπό τόν ἐπίσκοπο Νύσσης τό συναίσθημα τῆς «ἀκορέστου» διαθέσεως τοῦ ἀνθρώπου ὡς πρός τήν κατά τήν χάριν καί κατά τήν ἐνέργεια μέθεξη τοῦ Θεοῦ. Διά τῆς προβολῆς τοῦ συναισθήματος αὐτοῦ ὁ Γρηγόριος ἀποτυπώνει κατά τρόπον μοναδικό ἀφ’ ἑνός μέν τήν ἀδυναμία τῆς κτιστῆς ἀνθρώπινης φύσεως νά ἐπιτύχει νοητική κατάληψη τῆς «ἀπερινοήτου» καί «ἀπεριγράπτου» καί ἐκτός τῶν κτιστῶν ὁρίων ὑπάρχουσας ἄκτιστης φύσεως τῆς τρισυπόστατης θεότητας82, ἀφ’ ἑτέρου δέ τήν ὁρμή μέ τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος, ὡς ἐκδηλώνων τήν πρός τόν Θεό ἀγαπητική του διάθεση, καί ὡς «σφοδρὸς ἐραστὴς» τοῦ θείου κάλλους, ἀνανεώνει τήν ἔφεσή του πρός τόν ποθούμενο Θεό83.
Πρέπει ἐκ παραλλήλου νά σημειωθεῖ ὅτι τό συναίσθημα τοῦ κορεσμοῦ τοῦ ἀνθρώπου ὡς πρός τήν ἀναζήτηση καί τήν μετοχή τοῦ Θεοῦ ἐκλαμβάνεται ἀπό τόν ἱερό πατέρα ὡς διακριτικό σημεῖο τῆς στατικότητας καί τοῦ περιορισμοῦ τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου ἐντός συγκεκριμένων ὁρίων84 καί ὡς προσδιοριστικό στοιχεῖο ἐκείνων πού δέν ἔχουν οὔτε ἀναδεικνύουν φυσική συγγένεια μεταξύ τους85, χαρακτηρίζεται δέ ἀπό τόν ἴδιο ὁ κορεσμός αὐτός σχετικῶς μέ τό συζητούμενο θέμα ὡς «ὑβριστὴς»86. Ἀντίκειται, ὡς ἐκ τούτου, σαφῶς ὁ ἐκδηλούμενος ἀπό τόν ἄνθρωπο κορεσμός αὐτός στήν ἄπειρη καί ἀπεριόριστη ἀγάπη, ἡ ὁποία συνιστᾶ διακριτικό γνώρισμα τῆς ἀίδιας «ζωῆς» τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ87, καί δέν προσδιορίζει τό ἀνθρώπινο γένος, πού δημιουργήθηκε ἀφ’ ἑνός μέν νά ὁμοιάζει πρός τόν ἐκτός κορεσμοῦ ὑπάρχοντα Θεό88, ἀφ’ ἑτέρου δέ νά εἶναι ἱκανό πρός διηνεκῆ πορεία καί ἐπέκτασή του πρός τόν Θεό89.
Τονίζεται, ἐξ ἄλλου, ἀπό τόν ἐπίσκοπο Νύσσης ὅτι ἀνάλογη τοῦ ἀνικανοποίητου πόθου, πού ἡ ἀνθρώπινη φύση αἰσθάνεται γιά τήν ἕνωσή της μέ τόν Θεό, καθίσταται καί ἡ ἀπόλαυση, ἀπό τήν ὁποία κατακλύζεται ἡ ὕπαρξή της90 καί ἡ ὁποία σχετίζεται κατά τρόπον ἄμεσο μέ τήν εὐδοκίμησή της στήν πορεία γιά τήν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς91, ἐφόσον ὁ Τριαδικός Θεός εἶναι «ἡ παντελὴς ἀρετὴ»92. Πρόκειται περί μιᾶς εὐφρόσυνης καταστάσεως, τήν ὁποία ὁ Γρηγόριος, προκειμένου νά ἀποδώσει τήν πληρότητά της, παρομοιάζει μέ τήν «πολυειδῆ» ἀπόλαυση πού προσφέρει στίς αἰσθήσεις τῆς ὁράσεως καί τῆς ὀσφρήσεως καί τῆς γεύσεως τοῦ ἀνθρώπου ἡ βρώση τοῦ καρποῦ τοῦ μήλου93.

8. Ἡ ὑπό τοῦ ἀνθρώπου γνώση τοῦ ἑαυτοῦ του.


Κατά τήν λεπτομερῆ ἔκθεση ἀπό τόν Γρηγόριο τῶν ἰδιαιτέρων χαρακτηριστικῶν τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ἔτσι ὅπως αὐτά ἀναπροσαρμόσθηκαν καί λειτουργοῦν μετά τό γεγονός τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου, πού συνοδεύθηκε ἀπό τήν ἀποπομπή του ἀπό τόν παράδεισο καί ἀπό τήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τήν πρώτη μακαριότητά του καί ἀπό τήν εἴσοδο σέ αὐτόν τοῦ ὑλικοῦ καί τοῦ σωματικοῦ φρονήματος, ἀναδεικνύεται ἀπό τόν ἱερό πατέρα ἡ λειτουργία τῆς συνειδήσεως ὡς τοῦ ἐσώτατου ἐκείνου καί «ἀπορρήτου» κέντρου τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, στό ὁποῖο λαμβάνει χώρα ἡ λειτουργία τῆς γνώσεως τοῦ ἑαυτοῦ του καί ἡ διά τῆς αὐτεπιγνώσεως αὐτῆς κατανόηση τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἐκδηλούμενη ἀγαπητική του διάθεση καί κοινωνία του πρός τόν Θεό94.
Ἄς σημειωθεῖ εἰσαγωγικῶς ὅτι ἡ στροφή αὐτή τῆς ὀπτικῆς ἐνέργειας τοῦ ἀνθρώπου στόν ἐσωτερικό του κόσμο καί ἡ ἐπίτευξη τῆς αὐτογνωσίας συνιστᾶ πρακτική ἀπαραίτητη στήν πλατωνική σκέψη. Πρόκειται δηλαδή περί τῆς διαδικασίας τῆς ἀναμνήσεως, προκειμένου ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου νά ἀποσείσει καί νά ἐκδιώξει τήν ἐπακόλουθη τῆς ἑνώσεώς της μέ τό σῶμα ἐπώδυνη λήθη καί νά ἀντλήσει τήν εὐφρόσυνη γνώση, τήν ἀπότοκο τῆς δραστηριότητας τοῦ πνεύματος95. Στήν νεοπλατωνική φιλοσοφική σκέψη, ἐξ ἄλλου, ἡ δι’ ὁράσεως τοῦ ἑαυτοῦ της ἐνεργούμενη ἀναγωγή τῆς ψυχῆς στόν νοῦ ἐπιφέρει τήν ἐπάνοδό της στό φυσικό της κάλλος96.
Ἡ θεολογική ἑρμηνευτική ἀντίληψη τήν ὁποία ἀναπτύσσει καί ἐκφράζει ὁ ἐπίσκοπος Νύσσης γιά τήν ὑπό τοῦ ἀνθρώπου γνώση τοῦ ἑαυτοῦ του προσδιορίζεται καί διακρίνεται ἀπό τήν προβολή τῆς ἐσωτερικότητας, τῆς μεταθέσεως δηλαδή τοῦ ἐνδιαφέροντος καί τῆς προσοχῆς τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά παροδικά καί ὑποκείμενα σέ μεταβολή ὑλικά καί γήινα στοιχεῖα στήν διακρινόμενη ἀπό διαρκῆ σταθερότητα καί μονιμότητα καί ὑπάρχουσα «ἀεὶ» κατά τόν αὐτό καί ἀναλλοίωτο τρόπο ὑπάρξεως νοητή καί ἄυλη ἄκτιστη φύση97. Ἡ ἐπίτευξη ἀπό τόν ἄνθρωπο τῆς μετ’ ἀκριβείας ἐνσυνείδητης αὐτῆς γνώσεως ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα κατά τόν ἱερό πατέρα ἀρχικῶς μέν τήν κάθαρσή του καί ἀπαλλαγή του ἀπό τά ἐκ τῆς «ἀγνοίας» προερχόμενα ἁμαρτήματα καί σφάλματα98, ἀκολούθως δέ τήν ἐπιτελούμενη ἐπικοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό πού ἐπιτυγχάνεται μέ τήν διά τῆς καθαρότητας τῆς καρδιᾶς του θέαση τοῦ θείου ἀρχετύπου99. Ἡ ἔλλειψη, ἀντιθέτως, τῆς αὐτοσυνειδησίας τοῦ ἀνθρώπου συνιστᾶ κατάσταση, κατά τήν ὁποία ἡ «κατ' εἰκόνα» τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ πλασθεῖσα ἀνθρώπινη φύση συνεχίζει νά φέρει τά στίγματα τῆς ἀμαυρώσεως ἀπό τήν ἁμαρτία100 καί ἀδυνατεῖ νά πραγματοποιήσει τήν κατοχή τῆς ὑπεράνω αὐτῆς καί ἐκτός τῆς ἀντιληπτικῆς της δυνατότητας κειμένης θείας ἀλήθειας101.
Ἡ ἐπίτευξη, βεβαίως, αὐτῆς τῆς αὐτοσυνειδησίας δέν συνιστᾶ γιά τόν Γρηγόριο μία κατάσταση πού μπορεῖ νά ἀποκτηθεῖ καί νά βιωθεῖ εὐχερῶς, ἀλλά καθίσταται τό ἀποτέλεσμα μιᾶς ἐπίπονης καί μακρόχρονης διεργασίας, ἡ ὁποία προϋποθέτει τόν σταθερό προσανατολισμό τοῦ ἀνθρώπου στήν προσπάθεια ὁμοιώσεως τῆς ψυχῆς του πρός τό θεῖο ἀρχέτυπό της102. Μέ τήν ἐπαινετή αὐτή δραστηριότητα τῆς στροφῆς τῆς προσοχῆς τοῦ ἀνθρώπου στόν ἐσωτερικό του κόσμο, πού ἐπιφέρει τό ἐπιθυμητό ἀποτέλεσμα τῆς γνώσεως τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῆς θεογνωσίας, καθίσταται δυνατή ἡ ἐπάνοδος τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων στήν «ἀρχαίαν» μακαριότητα103, ἀπό τήν ὁποία διά τῆς παρακοῆς τῶν προπατόρων ἐξέπεσε, καθώς καί ἡ διαφύλαξη τῶν ἐκπορευομένων ἀπό αὐτήν τήν κατάσταση ἀγαθῶν104.










1 Βλ. Πρὸς τὸν Εὐνομίου δεύτερον λόγον, W. Jaeger, GNO, τ.1, 293,25-30 (=PG 45, 925Β). Ἡ ἄποψη αὐτή ἐντάσσεται ἑρμηνευτικῶς στήν ἀντίκρουση ἀπό τόν Γρηγόριο τῆς «ἀσυστάτου» διδασκαλίας τοῦ Εὐνομίου περί τοῦ «κατ’ ἐπίνοιαν λόγου», σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ ἐνέργεια αὐτή δέν παραμένει μετά τήν ἐκφώνηση τοῦ φθεγγομένου, ἀλλά «συναφανίζεται» μέ τήν ἐκφώνησή του. Τοῦ σχετικοῦ κανόνα ἐξαιρεῖτο κατά τόν Εὐνόμιο, ὅπως σχετικῶς ἀναφέρει ὁ Γρηγόριος, ὁ λόγος τῆς «ἀγεννησίας», ὁ ὁποῖος ἐκλαμβανόταν ἀπό τόν Εὐνόμιο ὡς ὑποδηλώνων τήν οὐσία τοῦ Πατρός (Ὅπ.π., 238,9-240,12 [=PG 45, 924C-925C]). Πρβλ. καί Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 14, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 415,1-12 (=PG 44, 1076Β).
2 Βλ. Πρὸς τόν Εὐνομίου δεύτερον λόγον, W. Jaeger, GNO, τ.1, 309,16-21 (=PG 45, 1005C). Σέ συνέχεια τῆς ἀπόψεώς του αὐτῆς ὁ Γρηγόριος ἐπισημαίνει ὅτι ὁ Τριαδικός Θεός δέν ἔχει φυσικά ἀνάγκη οὔτε «μνήμης», οὔτε λεκτικῆς ἀποτυπώσεως διά «ρήματος ἤ ὀνόματος» τῶν πραγμάτων, ἐφόσον αὐτός τυγχάνει ἡ «σοφία τε καὶ δύναμις, ἀσύγχυτόν τε καὶ διακεκριμένην τὴν τῶν ὄντων φύσιν περιέχουσα» (Ὅπ.π., 309,22-26 [=PG 45, 1005D]). Βλ., ἐπίσης, Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 93Α.
3 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 92Α. Βλ., ἐπίσης, Κ ο ρ ν α ρ ά κ η Ἰ., «Ψυχολογική θεώρηση», 403, ὁ ὁποῖος προσφυῶς ἐπισημαίνει ὅτι ἡ συγκεκριμένη αὐτή λειτουργία τῆς μνήμης «ἀναλαμβάνει» κατά τήν δεύτερη φάση τῆς ἐκδηλώσεως τοῦ ἰδιώματος τῆς ἀεικινησίας τῆς ἀνθρώπινης φύσεως «τόν ἡγετικό ρόλο τῆς κινήσεως», μέ τήν «ἐλπίδα, ὡς ἔκφραση ἐπιθυμητική» νά δίνει «τήν κινητική ὤθηση τῆς ψυχῆς πρός τά ἐμπρός» κατά τήν πρώτη φάση τῆς λειτουργίας αὐτῆς τῆς ἀεικινησίας.
4 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 8, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 252,15-253,3 (=PG 44, 945CD).
5 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 9, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 280,11-18 (=PG 44, 968C). Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 36,24-27 (=PG 44, 448Β). Πρβλ. καί Εἰς τὸ Πάτερ ἡμῶν, Λόγος 1, J.F.Callahan, GNO, τ.7,2, 7,27-8,3 (=PG 44, 1121D).
6 Βλ. Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 88,23-28 (=PG 44, 509D-512Α). Ὅπ.π., 89,19-25 (=PG 44, 512ΒC).
7 Βλ. Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 63,26-28 (=PG 44, 480C). Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 3, P.Alexander, GNO, τ.5, 315,17-20 (=PG 44, 649D). Πρβλ. καί Πρὸς τὰ Ἀπολιναρίου ἀντιρρητικὸς, F.Mueller, GNO, τ.3,1, 145,2-6 (=PG 45, 1144Β), ὅπου ἡ μνημονευόμενη «ἐπί τοῖς πεπραγμένοις αἰσχύνη» ἐκλαμβάνεται ἀπό τόν Γρηγόριο ὡς «τῆς κατὰ τὸν νοῦν ἐνεργείας ἀπόδειξις». Βλ., ἐπίσης, Εἰς τὸν ἕκτον Ψαλμὸν περὶ τῆς ὀγδόης, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 190,15-19 (=PG 44, 612ΒC). Στό χωρίο αὐτό ἀναφέρεται ἡ «αἰσχύνη» ὡς συναίσθημα ἐκπορευόμενο ἀπό τήν ἐνθύμηση «τῶν κακῶς βεβιωμένων» ἀπό τόν ἄνθρωπο κατά τήν «δικαίαν τοῦ Θεοῦ κρίσιν» αὐτοῦ.
8 Βλ. Εἰς τὸ Πάτερ ἡμῶν, Λόγος 5, J.F.Callahan, GNO, τ.7,2, 65,13-20 (=PG 44, 1184C). Ὅπ.π., Λόγος 2, 27,25-29 (=PG 44, 1145Α).
9 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 4, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 120,12-14 (=PG 44, 1244C). Ὅπ.π., 121,24-29 (=PG 44, 1245ΒC). Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 6, P.Alexander, GNO, τ.5, 379,9-13 (=PG 44, 701C).
10 Βλ. Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 160,21-161,3 (=PG 44, 592Β).
11 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 92Α.
12 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 92Α. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 5, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 159,4-11 (=PG 44, 876Β).
13 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 92Β.
14 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 92Β. Πρβλ. καί Περὶ παρθενίας, J.P.Cavarnos, GNO, τ.8,1, 277,21-278,6 (=PG 46, 348D).
15 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 6, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 174,6-11 (=PG 44, 885D). Ὅπ.π., Λόγος 8, 247,9-18 (=PG 44, 941C).
16 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 4, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 119,14-17 (=PG 44, 845Α). Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 8, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 167,9-13 (=PG 44, 1297Β). Περί τῆς διατυπούμενης αὐτῆς ἀπόψεως βλ. καί J. D a n i é l o u, Platonisme, 306.
17Βλ. Κατὰ Εὐνομίου τοῦ τρίτου λόγου, τόμος 6, W. Jaeger, GNO, τ.2, 212,12-14 (=PG 45, 797A). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 6, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 174,11-20 (=PG 44, 885D-888Α). Ὅπ.π., Λόγος 8, 245,15-17 (=PG 44, 940D). Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 93Β.
18 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 1, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 39,11-14 (=PG 44,784D). Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 2, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 93,17-19 (=PG 44, 1212D).
19 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 93C.
20 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 93BC.
21 Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 1, P.Alexander, GNO, τ.5, 297,13-298,2 (=PG 44, 636ΑΒ).
22 Βλ. Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 53,26-54,9 (=PG 44, 468CD). Εἰς τὸν ἕκτον Ψαλμὸν περὶ τῆς ὀγδόης, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 189,12-20 (=PG 44, 609D).
23 Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 1, P.Alexander, GNO, τ.5, 296,12-18 (=PG 44, 633C).
24 Βλ. Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 87,4-22 (=PG 44, 508D-509Α).
25 Βλ. Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 67,1-9 (=PG 44, 484CD).
26 Βλ. Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 163,24-164,1 (=PG 44, 593D).
27Βλ.Εἰς τὸν ἕκτον Ψαλμὸν περὶ τῆς ὀγδόης, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 190,15-19 (=PG 44, 612C).
28 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 15, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 464,12-18 (=PG 44, 1113D-1116Α).
29 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 11, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 320,20-321,5 (=PG 44, 1000Α).
30 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 11, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 321,10-12. 321,16-23 (=PG 44, 1000BC). Ὅπ.π., 334,15-335,1 (=PG 44, 1009C). Ὅπ.π., 337,3-5 καί 337,19-21. 338,7-9 (=PG 44, 1012BD). Πρβλ. καί Εἰς τὸν βίον Μωϋσέως, H.Musurillo, GNO, τ.7,1, 20,18-24 (=PG 44, 316Β).
31 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 11, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 337,5-9 (=PG 44, 1012Β). Εἰς τὸ Πάτερ ἡμῶν, Λόγος 3, J.F.Callahan, GNO, τ.7,2, 32,14-18 (=PG 44, 1149C).
32 Βλ. Πρὸς τόν Εὐνομίου δεύτερον λόγον, W. Jaeger, GNO, τ.1, 246,14-16 (=PG 45, 933A). Πρβλ. καί Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 44Β. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 11, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 337,3-21 (=PG 44, 1012ΒC).
33 Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 7, P.Alexander, GNO, τ.5, 413,13-414,6 (=PG 44, 729D-732Α). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 6, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 179,15-18 (=PG 44, 892Α).
34 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 3, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 105,5-9 (=PG 44, 1225CD). Περί τῆς προβαλλόμενης αὐτῆς ἑρμηνευτικῆς ἀπόψεως βλ. καί H. U. von B a l t h a s a r, Présence et pensée, 75. M. L o t – B o r o d i n e, «La doctrine», RHE 53(1932), 556.
35 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 3, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 102,17-18 (=PG 44, 1224Α): «πένθος ἐστὶ σκυθρωπὴ διάθεσις τῆς ψυχῆς ἐπὶ στερήσει τινὸς τῶν καταθυμίων συνισταμένη».
36 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 3, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 103,6-7 (=PG 44, 1224C).
37 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 3, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 103,7-15. 104,1-7 (=PG 44, 1224CD-1225Α). Ὅπ.π., 100,5-11 (=PG 44, 1220D).
38 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 13, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 369,19-21 (=PG 44, 1037Β). Ὅπ.π., Λόγος 5 , 137,4-8 (=PG 44, 857CD). Ὅπ.π., 140,2-4 (=PG 44, 860D). Πρβλ. καί Εἰς τὸν βίον Μωϋσέως, H.Musurillo, GNO, τ.7,1, 110,14-15 (=PG 44, 400Α). Σχετικῶς μέ τήν ἐκφραζόμενη αὐτή ἄποψη τοῦ Γρηγορίου γιά τό συναίσθημα τῆς ἀπογνώσεως βλ., ἐπίσης, Ἠ. Δ. Μ ο υ τ σ ο ύ λ α, Γρηγόριος Νύσσης, 437. H. U. von B a l t h a s a r, Présence et pensée, 78.
39 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 6, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 142,24-143,4 (=PG 44, 1269CD). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 12, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 358,17-359,4 (=PG 44, 1028D).
40 Βλ. Εἰς τὸν βίον Μωϋσέως, H.Musurillo, GNO, τ.7,1, 87,14-17 (=PG 44, 377ΑΒ).
41 Βλ. Εἰς τὸν ἕκτον Ψαλμὸν περὶ τῆς ὀγδόης, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 190,15-19 (=PG 44, 612ΒC). Ὅπ.π., 193,11-13 (=PG 44, 616Α). Πρβλ. καί Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 3, P.Alexander, GNO, τ.5, 317,10-12 (=PG 44, 652ΒC).
42 Βλ. Λόγος εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G.Heil, GNO, τ.9, 67,12-19 (=PG 46, 537Α). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 2, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 59,12-14 (=PG 44, 800Β).
43 Βλ. Λόγος εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G.Heil, GNO, τ.9, 67,10-12 (=PG 46, 536D). Ὅπ.π., 67,19-27 (=PG 46, 537Α). Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 5, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 131,25-132,19 (=PG 44, 1257CD).
44 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 4, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 120,5-11 (=PG 44, 1244C). Ὅπ.π., 121,19-24. (=PG 44, 1245Β). Πρβλ. καί ὅπ.π., Λόγος 8, 170,18-22 (=PG 44, 1301Β).
45 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 12, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 369,20-370,1 (=PG 44, 1037Β). Περί τῆς ἑρμηνευτικῆς αὐτῆς ἀπόψεως βλ., ἐπίσης, Ἠ. Δ. Μ ο υ- τ σ ο ύ λ α, Γρηγόριος Νύσσης, 469. Β. Τ α τ ά κ η, La Contribution, 212. S. J. D e n n i n g-B o l- l e, «The soul», GOTR 34(1989), 109. Δ. Β α κ ά ρ ο υ, «Μυστήριον», Θεολογία 54(1983), 308-309.
46 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 12, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 370,1-3 (=PG 44, 1037Β). Ὅπ.π., Λόγος 10, 304,19-305,2 (=PG 44, 988Α). Ὅπ.π., Λόγος 11, 321,16-22 (=PG 44, 1000Β). Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 7, P.Alexander, GNO, τ.5, 414,7-9 (=PG 44, 732Α). Βλ., ὡσαύτως, περί τῆς ἑρμηνευτικῆς αὐτῆς ἀντιλήψεως, καί M. C a n é v e t, «La perception», Epektasis(1972), 454. Β. Τ α τ ά κ η, La Contribution, 211.
47 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 12, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 369,23-370,1 (=PG 44, 1037Β).
48 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 11, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 321,10-20 (=PG 44, 1000Β).
49 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 93C: «τοῦτο γάρ ἐστιν ἡ ἀγάπη, ἡ πρὸς τὸ καταθύμιον ἐνδιάθετος σχέσις». Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 8, P. Alexander, GNO, τ.5, 417,13-15 (=PG 44, 733B), ὅπου ἡ «ἀγάπη» ἀντικαθίσταται μέ τόν ὅρο τοῦ «φίλτρου» καί ἀντιδιαστέλλεται πρός τήν διάθεση τοῦ «μίσους» (Βλ., ἐπίσης, ὅπ.π., 428,18-21 [=PG 44, 744Α]), ἐπακόλουθα τῆς ὁποίας διαθέσεως θεωροῦνται τό «σκότος καὶ ἡ διαφθορὰ καὶ ἡ πανωλεθρία καὶ ὁ θάνατος» (Ὅπ.π., 426,5-7 [=PG 44, 741Α]). Ἀναφορικῶς μέ τό ἐννοιολογικό περιεχόμενο τοῦ ὅρου τῆς «ἀγάπης» σύμφωνα μέ τό φιλοσοφικό καί θεολογικό ὑπόβαθρο τοῦ Γρηγορίου, βλ., ἐνδεικτικῶς, J. D a n i é l o u, Platonisme, 206. J. J. C o l l i n s, «The primacy», Diakonia 14(1979), 30. G. H o r n, «L’ amour», RAM 6(1925), 387, ὑποσ. 4. Ε. Δ. Θ ε ο δ ώ ρ ο υ, Περὶ θεώσεως, 24. Μ. L o t-B o r o d i n e, «La doctrine», RHR 54(1933), 25. Ἰ. K. K o ρ ν α ρ ά κ η, «Ἔρως, Θεῖος», ΘΗΕ 5 (1964), 893-894.
50 Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 8, P.Alexander, GNO, τ.5, 422,20-21 (=PG 44, 737D). Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 65Α. Ὅπ.π., PG 46, 93C. Γιά τήν ἐκτιθέμενη αὐτή ἄποψη βλ. καί Ἠ. Δ. Μ ο υ τ σ ο ύ λ α, Γρηγόριος Νύσσης, 474. Β. Τ α τ ά κ η, La Contribution, 214. M. L o t – B o r o d i n e, «La doctrine», RHE 53(1932), 570. Ἀ. Ἰ. Δ ε λ η κ ω σ τ ο π ο ύ- λ ο υ, Ἡ ἐξέλιξη, 31. Σ. Π α π α δ ο π ο ύ λ ο υ, «Γρηγόριος Νύσσης», ΕΕΘΣΠΑ 26(1984), 213. J. D a n i é l o u, Platonisme, 284. Τ ο ῦ ἰ δ ί ο υ, «Mystique de la ténèbres», DSp 22(1953), 1880. G. H o r n, «L’ amour», RAM 6(1925), 387.
51 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46,96C. Περὶ κατασκευῆς ἀνθρώπου, PG 44, 137C. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 4, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 120,17-18 (=PG 44, 845Β). Ὅπ.π., Λόγος 7, 214,9-10 (=PG 44, 916D) (Στό μνημονευόμενο αὐτό ἐδάφιο ὁ Γρηγόριος ἀναφέρεται στό ἁγιογραφικό χωρίο Α΄ Ἰωάν. 4,8-16). Εἰς τὸ, τότε καὶ αὐτὸς ὁ Υἱὸς, J.K. Downing, GNO, τ.3,2, 23,9-18 (=PG 44, 1321Β).
52 Βλ. Λόγος Κατηχητικὸς, E.Mühlenberg, GNO, τ.3,4, 16,22-17,3 (=PG 45, 21Β). Περὶ τοῦ κατὰ Θεόν σκοποῦ, W. Jaeger, GNO, τ.8,1, 40,4-6 (=PG 46, 288Α). Βλ., ἐπίσης, M. C a n é v e t, «Saint Grégoire de Nysse», DSp 6(1967), 980.
53 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 97Β. Πρβλ. καί Λόγος Κατηχητικὸς, E.Mühlenberg, GNO, τ.3,4, 17,7-11 (=PG 45, 21C). Ὅπ.π., 19,15-16 (=PG 45, 24C). Περί τῆς ἐκτιθέμενης αὐτῆς διδασκαλίας τοῦ Γρηγορίου βλ., ἐνδεικτικῶς, Ἠ. Δ. Μ ο υ τ σ ο ύ λ α, Γρηγόριος Νύσσης, 468. Τ ο ῦ ἰ δ ί ο υ, Ἡ Σάρκωσις, 199. G. H o r n, «L’ amour», RAM 6(1925), 380-382. J. D a n i é l o u, L’ être, 133-134. Κ. Β. Σ κ ο υ τ έ ρ η, Συνέπειαι τῆς πτώσεως, 25. Σ. Π α π α δ ο π ο ύ λ ο υ, Πνεῦμα καί λόγος, 24. Τ ο ῦ ἰ δ ί ο υ, «Γρηγόριος Νύσσης», ΕΕΘΣΠΑ 26(1984), 210. Ε. Δ. Θ ε ο δ ώ ρ ο υ, «Τό σταθερό καί τό μεταβλητό στήν Ὀρθόδοξη Λατρεία», Θεολογία 70(1999), 14.
54 Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 8, P.Alexander, GNO, τ.5, 427,10-15 (=PG 44, 741D).
55Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 8, P.Alexander, GNO, τ.5, 425,16-426,5. 428,8-11 (=PG 44, 741Α. 744Β).
56Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 8, P.Alexander, GNO, τ.5, 425,10-12. 426,8-15. 428,4-6 (=PG 44, 740D. 741Β. 744Α). Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 5, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 128,3-7 (=PG 44, 1253Β). Στό μνημονευόμενο αὐτό ἐδάφιο ὁ Γρηγόριος κάνει λόγο γιά τήν διακρινόμενη ἀπό τήν ἀπουσία τῆς ἀγάπης «ἀσυμπαθῆ διάθεσιν», ἡ ἀπάλειψη καί ἀποβολή τῆς ὁποίας ἐπιφέρει τήν ἐκρίζωση τῶν «τῆς κακίας βλαστημάτων».
57 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 2, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 61,14-17 (=PG 44, 801Α).
58 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 5, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 127,5-9 (=PG 44, 1252CD).
59 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 5, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 133,5-12 (=PG 44, 1260ΑΒ).
60 Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 8, P.Alexander, GNO, τ.5, 419,6-8 (=PG 44, 736ΑΒ).
61 Βλ. Ἀντιρρητικὸς εἰς τὸν πρῶτον λόγον, W. Jaeger, GNO, τ.1, 127,21-128,7 (=PG 45, 357ΑΒ). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 1, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 38,21-39,1 (=PG 44, 784C).
62 Βλ. Ἀντιρρητικὸς εἰς τὸν πρῶτον λόγον, W. Jaeger, GNO, τ.1, 127,2-6 (=PG 45, 356C). Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 8, P.Alexander, GNO, τ.5, 425,4-12 (=PG 44, 740D). Βλ., ἐπίσης, περί τοῦ ἑρμηνευτικοῦ αὐτοῦ σημείου, J. J. C o l l i n s, «The primacy», Diakonia 14(1979), 34. W. J a e g e r, Early Christianity and Greek Paideia, 88-89.
63 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 4, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 120,16-121,5 (=PG 44, 845ΒC).
64 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 4, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 119,14-120,17 (=PG 44, 845ΑΒ). Πρβλ. καί J. D a n i é l o u, Platonisme, 203. Περί τῆς ἀναφερόμενης αὐτῆς δυνατότητας τῆς ψυχῆς νά «ἐπεκτείνεται» καί μετά θάνατον κατά τήν διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ πατρός, βλ., ἐπίσης, D. B a l á s, Μετουσία Θεοῦ, 158. R. L e y s, «La théologie spirituelle de Grégoire de Nysse», StPatr 2(1957), 509. R. H e i n, Perfection, 68, ὑποσ. 1.
65 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 13, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 378,11-21 (=PG 44, 1044CD). Περὶ παρθενίας, J.P.Cavarnos, GNO, τ.8,1, 328, 10-12 (=PG 46, 400D).
66 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 4, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 127,9-17 (=PG 44, 852Α). Ὅπ.π., Λόγος 13, 383,11-12 (=PG 44, 1048D).
67 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 93C. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 8, P.Alexander, GNO, τ.5, 423,10-13 (=PG 44, 740Α). Περὶ παρθενίας, J.P.Cavarnos, GNO, τ.8,1, 278, 6-11 (=PG 46, 349Α). Ὅπ.π., 310, 9-16 (=PG 46, 381CD). Ἐγκώμιον εἰς τὸν μέγαν Βασίλειον, O.Lendle, GNO, τ.10,2, 113, 20-23 (=PG 46, 793C). Περί τῆς ἑρμηνευτικῆς αὐτῆς ἀπόψεως βλ. J. D a n i é l o u, Platonisme, 39-40.
68 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 4, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 127,9-17 (=PG 44, 852Α). Ὅπ.π., Λόγος 12, 370,6-11 (=PG 44, 1037C). Ὅπ.π., 366,11-14 (=PG 44, 1033D-1036Α). Ὅπ.π., Λόγος 15, 461,9-16 (=PG 44, 1112C).
69 Βλ. Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 39,17-40,18 (=PG 44, 452ΑC). Ὅπ.π., 125,13-23 (=PG 44, 553Α).
70 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 13, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 373,9 (=PG 44, 1048C): «ἐπιτεταμένη ἀγάπη ὁ ἔρως λέγεται». Ὅπ.π., Λόγος 1, 23, 7-9 (=PG 44, 772Α): «ἀγάπησον ὅσον δύνασαι, ἐξ ὅλης καρδίας τε καὶ δυνάμεως, ἐπιθύμησον ὅσον χωρεῖς. Προστίθημι δὲ θαρρῶν τοῖς ρήμασι τούτοις καὶ τὸ ἐράσθητι». Ὅπ.π., Λόγος 6, 180, 15-17 (=PG 44, 892ΒC). Πρβλ. περί τῆς ἀπόψεως αὐτῆς καί J. D a n i é l o u, Platonisme, 206. Χ. Μ π ο ύ κ η, Ἡ Γλῶσσα, 118-119. G. H o r n, «L’ amour», RAM 6(1925), 380. Ἀ. Γ. Μ α ρ ᾶ, Ἡ ἐσχατολογία, 170. Ἡ χρήση τοῦ ὅρου «ἔρως» ὡς πρός τήν ἀπόδοση τῆς ἀγαπητικῆς σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου πρός τό θεῖο ἀπαντᾶ στήν πλατωνική φιλοσοφική ἀντίληψη, κατά τήν ὁποία, εὑρισκόμενος ὁ «ἔρως» κατ' ὀντολογικήν ἔννοια ἐνδιαμέσως τῆς παντελοῦς ἄγνοιας, πού διακρίνει τό ἀτελές καί θνητό κοσμικό στοιχεῖο, καί τῆς ἀπόλυτης γνώσεως, πού χαρακτηρίζει τό τέλειο καί ἀθάνατο ὑπερκοσμικό στοιχεῖο, συνιστᾶ τό σημεῖο συναντήσεως τοῦ ἀνθρώπου μέ τό θεῖο. Ὡς τέτοιου εἴδους τό ἐντονότατο αὐτό συναίσθημα ἐκλαμβάνεται ἀπό τόν Πλάτωνα ἀφ’ ἑνός μέν ὡς ὁ ἐνδιάμεσος παράγων, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά συνενώσει τά διεστῶτα αὐτά ἄκρα, ἀφ’ ἑτέρου δέ ὡς τό μέσο χειραγωγήσεως τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου στήν πορεία ἑνώσεώς της μέ τόν Θεό (Βλ. Π λ ά τ ω ν ο ς, Συμπόσιον, I.Burnet, SCBO, τ.2, 202e,3-5). Σημεῖο ἐκκινήσεως τοῦ πλατωνικοῦ «ἔρωτος» ἀποτελεῖ τό αἰσθητό κάλλος, πού συνιστᾶ τήν προϋπόθεση τῆς ἀναβάσεως τῆς ψυχῆς στόν μόνο ἀληθῆ κόσμο τῶν ἰδεῶν (Βλ. Π λ ά τ ω ν ο ς, Συμπόσιον, I.Burnet, SCBO, τ.2, 210a,211c,3), ὕψιστος δέ ἀναβαθμός αὐτοῦ θεωρεῖται ἡ σπουδή καί ἡ γνώση τῆς ἀλήθειας. Στό φιλοσοφικό, συνεπῶς, σύστημα τοῦ Πλάτωνος ἡ ἔννοια τοῦ «ἔρωτος» ἐκλαμβάνεται ὡς ἐπακόλουθο τῆς γνώσεως (Βλ. Π λ ά τ ω ν ο ς, Πολιτεία Ε,΄ΣΤ΄, I.Burnet, SCBO, τ.4, 457e,2-4, 490b,2-4). Περί τῆς σχετικῆς διδασκαλίας τοῦ Πλάτωνος βλ., ἐνδεικτικῶς, L. R o b i n, La théorie platonicienne de l’amour, 213. G. H o r n, «L’ amour», RAM 6(1925), 380. M. L o t–B o r o d i n e, «La doctrine», RHR 54(1933), 22, ὑποσ. 1. A. N y g r e n, Eros und Agape. Gestaltwandlungen der christlichen, 260-263. R. A n r o u, «La contemplation», DSp 22(1953), 1722. J. D a n i é l o u «Mystique de la ténèbres», DSp 22(1953), 1881. T o ῦ ἰ δ ί ο υ, Platonisme, 199-200. 204. Ἰ. Σ υ κ ο υ- τ ρ ῆ, Πλάτωνος Συμπόσιον, 230-231. Ἰ. Κ. Κ ο ρ ν α ρ ά κ η, «Ἔρως, Θεῖος», ΘΗΕ 5 (1964), 895. Β. Τ α τ ά κ η, Μελετήματα, 17. Κ. Β ο υ δ ο ύ ρ η, Ψυχή καί πολιτεία. Ἔρευνα ἐπί τῆς πολιτικῆς φιλοσοφίας τοῦ Πλάτωνος, 158. Χ. Μ π ο ύ κ η, Ἡ Γλῶσσα, 114-115. Α. Κ ε λ ε σ ί δ ο υ–Γ α λ α ν ο ῦ, Ἡ ἔννοια τῆς σωτηρίας στήν πλατωνική πολιτική φιλοσοφία. 14. Ν. Δ. Γ ε ω ρ γ ο π ο ύ λ ο υ–Ν ι κ ο λ α κ ά κ ο υ, Θέματα φιλοσοφίας, 86-93. 135-161. Ν. Ἀ. Μ α τ σ ο ύ κ α, Τό πρόβλημα τοῦ κακοῦ, 140-142.
71 Βλ. Περὶ παρθενίας, J.P.Cavarnos, GNO, τ.8,1, 277,21-278,1 (=PG 46, 348CD). Λόγος εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G.Heil, GNO, τ.9, 67,2-5 (=PG 46, 536D). Πρβλ. καί Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 10, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 313,17-21 (=PG 44, 993C). Εἰς τὸν βίον τῆς ὁσίας Μακρίνης, V.W.Callahan, GNO, τ.8,1, 396,6-12 (=PG 46, 984A). Βλ., ἐπίσης, Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 4, J.F.Callahan, GNO, τ.7,2, 116,24-25. 117,4-7. 117,12-15 (=PG 44, 1240CD. 1241Α). Στό μνημονευόμενο αὐτό ἐδάφιο ὁ Γρηγόριος ἀναφερόμενος στήν δι’ ὀρέξεως «ἐπὶ βρώσεώς τε καὶ πόσεως» ἐκδηλούμενη ἐπιθυμητική διάθεση τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν μετουσία τοῦ Θεοῦ χαρακτηρίζει αὐτήν ὡς «τὸ ἀκρότατον τῆς πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἐπιθυμίας» σημεῖο. Βλ., ἐπίσης, ὅπ.π., 122,19-22. 123,14-16 (=PG 44, 1248ΑC).
72 Bλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 12, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 370,1-3 (=PG 44, 1037BC). Βλ., σχετικῶς μέ τήν ἄποψη αὐτή, Β. Τ α τ ά κ η, La Contribution, 264. G. H o r n, «L’amour», RAM 6(1925), 386. Ἀ. Ἰ. Δ ε λ η κ ω σ τ ο π ο ύ λ ο υ, Ἡ ἐξέλιξη, 33-34.
73 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 1, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 23,9-12. 27,9-15 (=PG 44, 772B. 773D). Πρβλ. καί ὅπ.π., Λόγος 6, 191,16-192,7 (=PG 44, 900CD). Ἡ ἐρωτική ὁρολογία, ἡ ὁποία ἀφορᾶ στήν πρός ἕνωση μέ τόν Θεό ἔντονη ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου, χρησιμοποιεῖται στήν ἐν γένει πατερική θεολογική σκέψη καί διδασκαλία. Βλ., ἐνδεικτικῶς, Ψ ε υ δ ο-Δ ι ο ν υ σ ί ο υ Ἀ ρ ε ο π α γ ί τ ο υ , Περὶ θείων ὀνομάτων, B.R.Suchla, Corpus Dionysiacum. I, 157,11-17 (=PG 3, 709Β). Μ α ξ ί μ ο υ Ὁ μ ο- λ ο γ η τ ο ῦ, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά καί οἰκονομικά, PG 90, 1384ΒD. Ἰ ω ά ν ν ο υ Χ ρ υ σ ο σ τ ό μ ο υ, Ὑπόθεσις τῆς πρὸς Κορινθίους πρώτης Ἐπιστολῆς, PG 61, 377. Τ ο ῦ ἰ- δ ί ο υ, Ὅτε τῆς ἐκκλησίας ἔξω εὑρεθεὶς Εὐτρόπιος, PG 52, 406. Βλ., ἐπίσης, Ν. Ἀ. Μ α- τ σ ο ύ κ α, Τό πρόβλημα τοῦ κακοῦ, 112-114. Τ ο ῦ ἰ δ ί ο υ, Κόσμος, 129-130.
74 Βλ. Πρὸς τὸν Εὐνομίου δεύτερον λόγον, W. Jaeger, GNO, τ.1, 365,22-25 (=PG 45, 1069C): «οὐ γὰρ μάχεται πρὸς ἄλληλα τὰ ὀνόματα κατὰ τὴν τῶν ἀντιθέτων φύσιν, ὡς εἰ τὸ ἕν ὑπάρχοι, μὴ ἄν αὐτῷ συνθεωρηθῆναι τὸ ἕτερον». Πρβλ. καί ὅπ.π., 264,23-29 (=PG 45, 956A). Ὅπ.π., 400,14-21 (=PG 45, 1112A). Βλ., ἐπίσης, Χ. Μ π ο ύ κ η, Ἡ Γλῶσσα, 129-130. Ἀπό τό πλῆθος τῶν σχετικῶν μέ τήν ἀντιθετική ὁρολογία χωρίων βλ., ἐνδεικτικῶς, Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 3, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 85,20-86,2 (=PG 44, 820C). Ὅπ.π. Λόγος 6, 181,19-182,2 (=PG 44, 892D-893A), ὅπου γίνεται λόγος περί τοῦ σχήματος τῆς ἀκροάσεως τῶν «ἀρρήτων», «ἀνεκφωνήτων», «ἀπορρήτων» καί «ἀλαλήτων» ρημάτων, καθώς καί αὐτοῦ τοῦ «ἀκατονομάστου ὀνόματος». Βλ. ὅπ.π. 181,4-6 (=PG 44, 892C), ὅπου γίνεται λόγος περί τῆς «θεωρίας τῶν ἀοράτων». Βλ. ὅπ.π., Λόγος 12, 366,14-17 (=PG 44, 1036A), ὅπου στόν ὅρο τῆς «ἐπεκτάσεως» ἡ ἀντίθεση ἐντοπίζεται στήν συνύπαρξη τῶν προθέσεων «ἐκ» καί «ἐπὶ» στήν ἴδια λέξη. Βλ., ὡσαύτως, ὅπ.π., 353,17-354,5 (=PG 44, 1024D-1025Α). Στό χωρίο αὐτό συνυπάρχουν οἱ ὅροι τῆς «εἰσόδου» καί τῆς «ἐξόδου». Βλ., ἐπίσης, ὅπ.π., Λόγος 10, 310,3-4 καί 311,16-19 (=PG 44, 992ΑC), ὅπου ἀπαντοῦν ἡ «νηφάλιος μέθη» καί ἡ «καινὴ καὶ παράδοξος μίξις» τοῦ «ὕπνου» καί τῆς «ἐγρηγόρσεως». Πρβλ., ἐπίσης, Εἰς τὸν βίον Μωϋσέως, H. Musurillo, GNO, τ.7,1, 88,8-10 (=PG 44, 377C), ὅπου τό «γινώσκειν» προσδιορίζεται ὡς τό «μηδὲν εἰδέναι». Ὅπ.π., 87,9-10 (=PG 44, 377A), σχετικῶς μέ τό σχῆμα τοῦ «λαμπροῦ γνόφου». Βλ., ἐπίσης, ὅπ.π., 118,2-3 (=PG 44, 405C). Στό σημεῖο αὐτό χρησιμοποιεῖται τό «πάντων παραδοξότατον» ἀντιθετικό σχῆμα τῆς ταυτόχρονης «στάσεως» καί «κινήσεως» τῆς ψυχῆς. Βλ. καί Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J. Μc Donough, GNO, τ.5, 41,18 (=PG 44, 453B), ὅπου ἐμφανίζεται ἡ ἔκφραση τῆς «παραδύσεως ἐντὸς τῶν ἀδύτων».
75 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 8, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 255,17-19 (=PG 44, 948D).
76 Βλ. Εἰς τὸν βίον τῆς ὁσίας Μακρίνης, V. W. Callahan, GNO, τ.8,1, 382,20-21 (=PG 46, 972A).
77 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 1, Η. Langerbeck, GNO, τ.6, 27,4-8 (=PG 44, 773C). Σέ αὐτό τό χωρίο ὁ Γρηγόριος ἑρμηνεύει ὑπό τό πρίσμα τῆς ἑνώσεως τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό τήν κατ' αἰνιγματικόν τρόπο πρόταξη «τοῦ ἐρωτικοῦ πάθους τῆς τῶν δογμάτων ὑφηγήσεως» ἀπό τό σχετικό κείμενο τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων. Ἀναφέρει, δηλαδή, ὁ ἱερός πατήρ ὅτι «τοσοῦτον ὑπέρκειται τῶν ἁγίων ᾀσμάτων τὸ ἐν τῷ ᾌσματι τῶν ᾀσμάτων μυστήριον. Οὗ τὸ πλέον εἰς κατανόησιν, οὔτε εὑρεῖν, οὖτε χωρῆσαι ἡ ἀνθρωπίνη δύναται ἀκοὴ καὶ φύσις. Καὶ τούτου χάριν τὸ σφορδότατον τῶν καθ' ἡδονὴν ἐνεργουμένων (λέγω δὴ τὸ ἐρωτικὸν πάθος) τῆς τῶν δογμάτων ὑφηγήσεως αἰνιγματωδῶς προεστήσατο».
78 Βλ. Εἰς τὸν βίον Μωϋσέως, H.Musurillo, GNO, τ.7,1, 114,8-12 (=PG 44, 401D). Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 5, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 124,3 (=PG 44, 1248D). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 1, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 38,4-8 (=PG 44, 784ΑΒ).
79 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 14, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 425,14-17 (=PG 44, 1084D). Ὅπ.π., Λόγος 4, 119,5-6 (=PG 44, 844D). Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 7, P.Alexander, GNO, τ.5, 404,45 (=PG 44, 724Α). Ὅπ.π., Λόγος 2, 313,10-16 (=PG 44, 648D-649Α). Βλ. καί Πρὸς τοὺς βραδύνοντας εἰς τὸ Βάπτισμα, PG 46, 429Α. Περὶ παρθενίας, J.P.Cavarnos, GNO, τ.8,1, 328, 10-12 (=PG 46, 340D).
80 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 4, Η.Langerbeck, GNO, τ.6, 120,16 (=PG 44, 845Β). Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 2, P.Alexander, GNO, τ.5, 313,15 (=PG 44, 649Α). Πρὸς τὸν Εὐνομίου δεύτερον λόγον, W.Jaeger, GNO, τ.1, 265,28-31 (=PG 44, 956C).
81 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 8, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 248,12-14 (=PG 44, 944A). Ὅπ.π., Λόγος 14, 425,14-17 (=PG 44, 1084CD). Εἰς τὸν βίον Μωϋσέως, H. Musurillo, GNO, τ.7,1, 115,12-14 (=PG 44, 404B). Ὅπ.π, 113,24-114,4 (=PG 44, 401CD). Πρβλ., σχετικῶς, H. U. von B a l t h a s a r, Présence et pensée, 70. M. C a n é v e t, “Grégoire de Nysse”, DSp 6(1967), 992-993.
82 Βλ., σχετικῶς μέ τήν ἄποψη αὐτή, M. C a n é v e t, «Grégoire de Nysse», DSp 6(1967), 1000. Α. L i e s k e, «Die Theologie», ZKTh 70(1948), 73. N. Ἀ. Ν η σ ι ώ τ η, Προλεγόμενα, 124. Κ. Ἰ. Κ ο ρ ν α ρ ά κ η, «“Σύμμετρον” καί “Εὔκαιρον”», 91.
83 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 12, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 366,11-14 καί 17-20 (=PG 44, 1033D-1036A):«ἡ πρὸς τὸν Θεὸν ὁρῶσα ψυχὴ καὶ τὸν ἀγαθὸν ἐκεῖνον πόθον τοῦ ἀφθάρτου κάλλους ἀναλαμβάνουσα ἀεὶ νέαν τὴν πρὸς τὸ ὑπερκείμενον ἐπιθυμίαν ἔχει οὐδέποτε κόρῳ τὸν πόθον ἀμβλύνουσα». Ἀναφορικῶς μέ τό θέμα τῆς θεολογικῆς χρήσεως τῆς ἔννοιας τοῦ «κόρου» πρέπει νά σημειωθεῖ ὅτι ὑφίσταται διάσταση μεταξύ τῶν ἀπόψεων τῶν διαφόρων ἐρευνητῶν, ἐφόσον ὁρισμένοι ἐξ αὐτῶν θεωροῦν ὅτι ἡ θεολογική ἀντίληψη περί τοῦ «κόρου» ἔχει προταθεῖ ἀπό τόν Φίλωνα, ἐνῶ ἄλλοι ὑποστηρίζουν ὅτι ὁ Ὠριγένης εἰσηγήθηκε αὐτήν. Ὑποστηρίζεται, ἐπίσης, ὅτι στήν θεολογική διδασκαλία τοῦ Ὠριγένη ἀνάγεται ὁ ἱστορικός παράγων, ὁ ὁποῖος ἀπετέλεσε τήν ἀφορμή τῆς ἐνασχολήσεως τοῦ Γρηγορίου μέ τήν θεολογική ἑρμηνεία τῆς ἔννοιας τοῦ «κόρου». Περί τῶν διαφόρων ἑρμηνευτικῶν ἀπόψεων γιά τό θέμα αὐτό βλ., ἐνδεικτικῶς, Ἠ. Δ. Μ ο υ τ σ ο ύ λ α, Ἡ Σάρκωσις, 199, ὑποσ. 1. J. D a n i é l o u, L’être, 110. R. E. H e i n, Perfection, 77-78. H. C h a d w i c k, Early Christian Thought, 84. B. O t i s, «Cappadocian Thought as a Coherent System», DOP 12(1958), 102. Μ. H a r l, «La satiété de la contemplation comme motif de la chute des âmes», StPatr 8(1966), 380-395. Χ. Γ. Σ ω τ η ρ ο π ο ύ λ ο υ, Θέματα ἀσκητικῆς ζωῆς, 78. Ἀ. Γ. Μ α ρ ᾶ, Ἡ ἐσχατολογία, 119.
84 Βλ. Εἰς τὸν βίον Μωϋσέως, H. Musurillo, GNO, τ.7,1, 113,4-9. 113,25-114,5. 114,18-19 (=PG 44, 401B-404AB), ὅπου ὁ Γρηγόριος συσχετίζει τήν ἔννοια τοῦ «κόρου» μέ τήν ἐμφαίνουσα στάση καί ὅρια ὁρολογία, ὅπως «στάσις», «πέρας», «ὅρος», «ἵστασθαι», «παύεσθαι», «στῆσαι» καί «λῆξαι». Πρβλ., ἐπίσης, R. E. H e i n, Perfection, 81-83.
85 Βλ. Λόγος εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G. Heil, GNO, τ.9, 57,2-6 (=PG 46, 525C): «οὐ γὰρ εἰς ἀεὶ παραμένει τῶν ἀλλοτρίων ἡ ἐπιθυμία τῇ φύσει, διότι πλήσμιον ἑκάστῳ καὶ προσκορές ἐστι τὸ μὴ ἴδιον οὗ μὴ κατ’ ἀρχὰς ἔσχεν ἐν ἑαυτῇ τὴν κοινωνίαν ἡ φύσις, μόνον δὲ τὸ συγγενὲς καὶ ὁμόφυλον ποθεινὸν καὶ ἐράσμιον εἰς ἀεὶ διαμένει». Πρβλ. καί Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 2, P.Alexander, GNO, τ.5, 312,19-313,5 (=PG 44, 648D), ὅπου τό αἴσθημα τοῦ «κόρου» σχετίζεται μέ τήν ἱκανοποίηση τῶν ἀναγκῶν τῆς ὑλόφρονος σάρκας.
86 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 96C. Πρβλ., ὡσαύτως, καί Ἐπιτάφιος εἰς Πλακίλλαν βασίλισσαν, A. Spira, GNO, τ.9, 485,9-13 (=PG 46, 888D). Βλ., ἐπίσης, σχετικῶς μέ τήν ἐκφραζόμενη αὐτή ἑρμηνευτική ἀντίληψη, R. E. H e i n, Perfection, 106. A. L i e- s k e, «Zur Theologie», Schol 14(1939), 490. W. V ö l k e r, Gregor von Nyssa als Mystiker, 192. E. M ü h l e n b e r g, Die Unendlichkeit Gottes, 152-153.
87 Βλ. Περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, PG 46, 96C-97Α.
88 Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 2, P.Alexander, GNO, τ.5, 313,8-11 (=PG 44,648D). Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 4, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 111,17-20 (=PG 44,1233Β).
89 Βλ. Εἰς τὸν βίον Μωϋσέως, H. Musurillo, GNO, τ.7,1, 116,21-23 (=PG 44,405A): «καὶ οὕτως οὐδεὶς ὅρος ἐπικόπτει τῆς πρὸς τὸν θεὸν ἀνόδου τὴν αὔξησιν διὰ τὸ μήτε τοῦ καλοῦ τι πέρας εὑρίσκεσθαι μήτε τινὶ κόρῳ τὴν πρόοδον τῆς πρὸς τὸ καλὸν ἐπιθυμίας ἐγκόπτεσθαι». Ὅπ.π., 116,17-19 (=PG 44, 404D).Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 8, Η. Langerbeck, GNO, τ.6, 248,7-14 (=PG 44,941D-944A). Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 2, P.Alexander, GNO, τ.5, 313,11-17 (=PG 44,648D). Πρβλ. καί Ἀ. Γ. Μ α ρ ᾶ, Ἡ ἐσχατολογία, 165, ἀπό τόν ὁποῖο ἀναφέρεται ὅτι ἡ «ἀντίληψη τῆς τελειότητας ὡς διαρκής πρόοδος πού συνεχίζεται καί μετά ἀπό τήν δευτέρα παρουσία εἶναι μία καθαρά πρωτότυπη θεολογική ἰδέα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου».
90Βλ. Ἐπιστολὴ 18, G. Pasquali, GNO, τ.8,2, 59,4-6 (=PG 46, 1068C). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 14, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 425,14-426,1 (=PG 44,1084D). Ὅπ.π., Λόγος 1, 32,2-8 (=PG 44,777CD). Πρβλ. καί Πρὸς Εὐάγριον περὶ θεότητος, Ε. Gebhardt, GNO, τ.9 , 338,20-22 (=PG 46,552A).
91 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 4, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 120,12-14. 120,25-121,3 (=PG 44,1244C-1245Α). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 13, Η. Langerbeck, GNO, τ.6, 366,14-15. 366,23-367,1 (=PG 44,1036A). Βλ., ἐπίσης, R. E. H e i n, Perfection, 88, 89. E. M ü h l e n b e r g, Die Unendlichkeit Gottes, 27.
92 Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 5, P.Alexander, GNO, τ.5, 358,9-10 (=PG 44,684Β). Ὅπ.π., Λόγος 7, 407,1 (=PG 44,725A).
93 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 4, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 117,5-9. 119,5-11 (=PG 44,844AD).
94 Βλ. Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 7, P.Alexander, GNO, τ.5, 414,9-12 (=PG 44, 732Α). Περὶ παρθενίας, J.P.Cavarnos, GNO, τ.8,1, 289,11-13 (=PG 46, 360D).
95 Βλ. Π λ ά τ ω ν ο ς, Ἀλκιβιάδης [Sp], I. Burnet, SCBO, τ.2, 124a,8-9, 131b,4 καί 131c,18-23. T ο ῦ ἰ δ ί ο υ, Φίληβος, I. Burnet, SCBO, τ.2, 34b,10-c,1 καί 48c,10. T ο ῦ ἰ δ ί ο υ, Πρωταγόρας, I. Burnet, SCBO, τ.3, 343b,3. T ο ῦ ἰ δ ί ο υ, Φαῖδρος, I. Burnet, SCBO, τ.2, 229e,6. T ο ῦ ἰ δ ί ο υ, Φαίδων, I. Burnet, SCBO, τ.1, 73b,5καί73e,1. T ο ῦ ἰ δ ί ο υ, Ἵππαρχος [Sp], I. Burnet, SCBO, τ.2, 228e, 2-3. Πρβλ. καί Γ. Σ κ α λ τ σ ᾶ, «Ὁ ἄνθρωπος ὡς κάτοπτρον τῶν ἐσχάτων», Σύναξη 59 (1996), 45-46.
96 Βλ. Π λ ω τ ί ν ο υ, Ἐννεάδες, I 6,6, P.Henry-H.R.Schwyzer, PO, τ.3, 16-18. Ὅπ.π., II 2,3,8-10. Ὅπ.π., V 3,6,35-43καί8,11,1. Ὅπ.π., ΙV 8,4,1-2. Βλ., σχετικῶς μέ τήν ἄποψη αὐτήν, Κ. Γ. Ν ι ά ρ χ ο υ, Εἰσαγωγικά μαθήματα στή Φιλοσοφία, 173. 187. E. B r é h i e r, Παγκόσμιος Ἱστορία τῆς Φιλοσοφίας, 73. 96. 340. Κ. Δ. Γ ε ω ρ γ ο ύ λ η, Ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς Φιλοσοφίας, 183. 202-203.
97 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 2, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 64,12-65,1 (=PG 44, 804Β). Λόγος εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G. Heil, GNO, τ.9, 40,1-8 (=PG 46, 508D). Ἐπιτάφιος εἰς Πλακίλλαν βασίλισσαν, A. Spira, GNO, τ.9, 484,1-2 (=PG 46, 888Α).
98 Βλ. Λόγος εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G. Heil, GNO, τ.9, 40,21-24 (=PG 46, 509Β). Πρβλ. καί Εἰς τὸν βίον Μωϋσέως, H. Musurillo, GNO, τ.7,1, 69,23-70,3 (=PG 44, 361A). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 2, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 67,17-18 (=PG 44, 805C). Πρβλ., ἐπίσης, Εἰς τὸ Πάτερ ἡμῶν, Λόγος 2, J.F.Callahan, GNO, τ.7,2, 25,6-9 (=PG 44, 1141C).
99 Βλ. Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 6, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 143,20-23 (=PG 44, 1272Β). Ὅπ.π., Λόγος 1, 86,11-12 (=PG 44, 1204C). Εἰς τὸ Πάτερ ἡμῶν, Λόγος 4, J.F.Callahan, GNO, τ.7,2, 56,6-13 (=PG 44, 1173C). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 4, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 98,9-13 (=PG 44, 829C). Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 3, P.Alexander, GNO, τ.5, 324,8-11 (=PG 44, 656D-657Α).
100 Βλ. Εἰς τὸ Πάτερ ἡμῶν, Λόγος 5, J.F.Callahan, GNO, τ.7,2, 64,7 (=PG 44, 1181D). Ὅπ.π., 68, 9-16 (=PG 44, 1188Α). Εἰς τοὺς Μακαρισμοὺς, Λόγος 5, J. F. Callahan, GNO, τ.7,2, 135,13-16 (=PG 44, 1261ΒC).
101 Βλ. Πρὸς τὸν Εὐνομίου δεύτερον λόγον, W.Jaeger, GNO, τ.1, 260,6-9 (=PG 45, 949B). Ὅπ.π., 257,28-258,3 (=PG 45, 945D). Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 3, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 72,8-12 (=PG 44, 809Β). Πρβλ. καί Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, Λόγος 7, P.Alexander, GNO, τ.5, 415,22-416,6 (=PG 44, 732CD). Περί τοῦ γεγονότος τῆς αὐτοσυνειδησίας ὡς καταστάσεως «ἐγρηγόρσεως τῶν πνευματικῶν δυνάμεων» τοῦ ἀνθρώπου, «ἐλέγχου τῆς κατά Θεόν λειτουργίας αὐτῶν» καί συνεπῶς «ἐπιγνώσεως ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου τῆς ποιότητας τοῦ πνευματικοῦ βίου» αὐτοῦ βλ. K. Ἰ. Κ ο ρ ν α ρ ά- κ η, «Ὁ βιωματικός χαρακτήρας τοῦ δόγματος», 678.
102 Βλ. Λόγος εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G. Heil, GNO, τ.9, 40,22-41,6. 41,17-19 (=PG 46, 509BC). Βλ. καί Ν. Β α φ ε ί δ ο υ, «Ὀντολογικαί καί γνωσιολογικαί θεωρίαι», Γρηγόρος Παλαμᾶς 38(1955), 134.
103 Βλ. Εἰς τὸ Πάτερ ἡμῶν, Λόγος 2, J.F.Callahan, GNO, τ.7,2, 27,3-6 (=PG 44, 1144C). Ὅπ.π., Λόγος 5, 72,5-10 (=PG 44, 1192A). Λόγος εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G. Heil, GNO, τ.9, 55,25 (=PG 46, 525Α).
104 Βλ. Ἐξήγησις τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων, Λόγος 2, H. Langerbeck, GNO, τ.6, 64,5-8 (=PG 44, 804Β). Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, J.Mc Donough, GNO, τ.5, 85,10-12 (=PG44, 505C).